Με βαρείς χαρακτηρισμούς επιτίθεται ο Σωτήρης Βαλντέν κατά του Στέφανου Κασσελάκη. Το στέλεχος της Αριστεράς και μέλος της Γραμματείας του Τμήματος Ευρωπαϊκής Πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ σε άρθρο του αποκαλεί τον νέο πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ ως «εισβολέα από το πουθενά», «αλεξιπτωτιστή», «λαϊκιστική φούσκα», «ανώμαλο καθεστώς», «άτομο εντελώς άσχετο με την Αριστερά και την πολιτική» και «πολιτικό UFO».
Ολόκληρο το κείμενο από το «Ανοιχτό Παράθυρο»:
Στο κείμενο αυτό παραθέτω τις πρώτες σκέψεις μου για το κομματικό ζήτημα. Θα προτιμούσα να είχαν προηγηθεί δημόσιες τοποθετήσεις των ηγετικών στελεχών για να έχουμε μια ιδέα «πού το πάνε», όμως υπάρχει και ο αντίλογος πως ίσως καλύτερα να μιλήσουν αφού αφουγκρασθούν το κλίμα στο κόμμα. Έστω.
Η ώρα της εσωστρέφειας
Όποτε στα κόμματα της Αριστεράς τίθεται ζήτημα να συζητηθούν σε βάθος τα πεπραγμένα και οι θέσεις τους, όσοι δεν επιθυμούν τη συζήτηση (συνήθως οι ηγεσίες που κρίνονται, αλλά και οι μηχανισμοί που τις στηρίζουν) αντιτάσσουν τον κίνδυνο της εσωστρέφειας. Έχουν βέβαια κάποιο δίκιο: Η πολιτική ζωή μιας χώρας δεν κινείται στους ρυθμούς των εσωτερικών διεργασιών των κομμάτων και οι απόντες από την εθνική σκηνή χάνουν.
Η εμπειρία από αναρίθμητα γκρουπούσκουλα είναι εύγλωττη. Ωστόσο, οι εχθροί της εσωστρέφειας συχνά παραβλέπουν πως η κύρια αιτία των προβλημάτων ενός κόμματος είναι συνήθως η γραμμή και η ηγεσία του. Αυτές, για να αλλάξουν, προϋποθέτουν εσωτερική συζήτηση. Συνεπώς υπάρχει και η ώρα της εσωστρέφειας.
Σε αυτήν την ώρα βρισκόμαστε σήμερα, μετά τη συντριπτική εκλογική μας ήττα και την «επιθετική εξαγορά» του κόμματος από τον Στέφανο Κασσελάκη. Όμως η φάση αυτή δεν πρέπει να διαρκέσει και πολύ, γι’ αυτό επείγει να καταλήξουμε στο «τι να κάνουμε».
Πού βρισκόμαστε
Πόσο θα γελούσαμε αν το βράδυ της νίκης του στις εκλογές, ο Κυριάκος Μητσοτάκης έβγαινε στις κάμερες με τη σύζυγό του Μαρέβα και δήλωνε πως βρίσκεται εδώ χάρη στη σύντροφό του και πως η Μαρέβα έχει πολλά να προσφέρει στον τόπο! Και όμως, αυτό ακριβώς έκανε τις προάλλες ο νικητής των εσωκομματικών εκλογών του ΣΥΡΙΖΑ με τον σύντροφό του, αλλά αντί για γέλια ακούσαμε επαίνους για την «ανθρώπινη νότα».
Ας μιλήσουμε ανοιχτά: ο Στέφανος Κασσελάκης είναι ένα άτομο εντελώς άσχετο με την Αριστερά, αλλά και με την ελληνική πολιτική, κάτι σαν ένα πολιτικό UFO. Έρχεται ως αλεξιπτωτιστής, με πολλές σκιές στο βιογραφικό του. Προωθήθηκε από ένα άγνωστο επαγγελματικό επιτελείο δημοσίων σχέσεων, με άφθονους πόρους, επίσης αγνώστου προελεύσεως.
Στο βαθμό που η παρουσία του σηματοδοτεί κάτι άλλο από ασχετοσύνη (με συνακόλουθες συνεχείς γκάφες), το προφίλ του Κασσελάκη σε τίποτε δεν σχετίζεται με την Αριστερά, σε όλες τις εκδοχές της: Lifestyle πλουσιόπαιδου, που το διαφημίζουν μάλιστα επιθετικά ως το «νέο», καλύτερη γνώση αγγλικών και καλύτερα πτυχία από τον Μητσοτάκη, ιδεολογία του αυτοδημιούργητου επιχειρηματία που υλοποίησε το «αμερικανικό όνειρο» και θα το μεταφυτεύσει στην Ελλάδα.
Μιλάμε δηλαδή για την πρωτογενή ιδεολογία του φιλελευθερισμού που η Αριστερά αντιμάχεται τους τελευταίους δύο αιώνες με αξίες όπως η αλληλεγγύη και η ισότητα. Και βέβαια δεν γνωρίζουμε τίποτε για τις απόψεις του (αν έχει), πέρα από τις γκάφες και τις επανορθώσεις που του υποβάλλουν, και πέρα από το ότι ισχυρίζεται πως θα «φάει» τον Μητσοτάκη.
Γύρω από τον Κασσελάκη έχει συσπειρωθεί ό,τι χειρότερο εύρισκε κανείς στο στρατόπεδο των «προεδρικών» του Τσίπρα. Πρόσωπα γραφικά ή και τοξικά που συνέβαλαν τα μέγιστα στην ενίσχυση και διατήρηση του αντι-ΣΥΡΙΖΑ μετώπου. Πρόσωπα που η συνύπαρξη μαζί τους μέσα στο κόμμα ήταν προβληματική, αλλά τη δεχόμασταν με τη δικαιολογία πως όλα τα μεγάλα κόμματα περιλαμβάνουν και τέτοιες περιπτώσεις και ελπίζοντας πως ο Τσίπρας θα τα συγκρατούσε.
Σήμερα αυτό το συνονθύλευμα αποτελεί τον στενό ηγετικό πυρήνα, ενώ βέβαια γύρω τους προστίθενται όπως πάντα οι οπορτουνιστές και οι ποικιλοτρόπως εξαρτώμενοι, καθώς και μερικοί -ελάχιστοι ευτυχώς- αφελείς ή φιλόδοξοι, που επιχειρούν να δώσουν πολιτική ή θεωρητική αίγλη στην γελοιότητα και την αθλιότητα.
Κάνουν λάθος όσοι ερμηνεύουν τη νέα κατάσταση ως επιβολή της δεξιάς σοσιαλδημοκρατίας επί της ριζοσπαστικής Αριστεράς. Πρόκειται για την ήττα της προοδευτικής πολιτικής ή, ακριβέστερα, της ίδιας της πολιτικής από το τίποτε.
Ο Κασσελάκης δεν εκπροσωπεί καμία σοσιαλδημοκρατία, είναι προϊόν ακραίου εκφυλισμού της πολιτικής. Τέτοια φαινόμενα έχουν εμφανιστεί και αλλού στον κόσμο, όχι όμως με τη μορφή εισοδισμού σε άλλα κόμματα (η μία εξαίρεση, ο Τραμπ, έχει σαφώς πολιτικά, ακραία αντιδραστικά, χαρακτηριστικά).
Ας δούμε την κατάσταση κατάματα: όσοι έχουμε σχέση με την ιστορική ανανεωτική Αριστερά και στηρίξαμε την αντίσταση του ΣΥΡΙΖΑ και του Τσίπρα στα μνημόνια, όσοι επικροτήσαμε την υποχώρηση του 2015, όσοι στηρίξαμε την κυβέρνηση της Αριστεράς, όσους μας ενθουσίασαν οι Πρέσπες, αλλά και άλλοι πολλοί, ντρεπόμαστε και αδυνατούμε να δηλώνουμε ΣΥΡΙΖΑ με επικεφαλής τον Κασσελάκη και τους συν αυτώ.
Πώς φθάσαμε ως εδώ
Ο Κασσελάκης, αν και αλεξιπτωτιστής, δεν έπεσε βέβαια από τον ουρανό. Οι ρίζες αυτής της εξέλιξης βρίσκονται πολύ πίσω στο χρόνο.
Οι πολιτικοί μας αντίπαλοι ισχυρίζονται ότι με δεδομένο τον εκ γενετής λαϊκισμό και λοιπό χαρακτήρα του ΣΥΡΙΖΑ, η σημερινή κατάληξη ήταν αναπόφευκτη. Δεν συμφωνώ.
Οι ακρότητες της περιόδου 2012-2015 εκδηλώθηκαν στις συνθήκες της ακραίας πόλωσης της τότε κρίσης. Μιας κρίσης που προκάλεσαν τα κατεστημένα κόμματα και γιγάντωσαν οι καταστροφικές πολιτικές των μνημονίων. Ακραίες αντιδράσεις ήταν αναπόφευκτες και η αντίσταση του ΣΥΡΙΖΑ ήταν σωτήρια: κράτησε τον λαό μας όρθιο και αποφύγαμε τον ακροδεξιό εκτροχιασμό.
Έκτοτε, υπήρξαν πολλά σημάδια «ωρίμανσης»: η ρεαλιστική στροφή του 2015, μια αξιοπρεπής συνολικά διακυβέρνηση (με κάποια παρατράγουδα που όμως με τίποτε δεν ήταν περισσότερα από αυτά προηγουμένων ή και της επόμενης κυβέρνησης), οι Πρέσπες.
Στο χέρι μας (δηλαδή του Τσίπρα και της ηγεσίας) ήταν να οδηγήσουμε το καράβι σε ένα μαχητικό, ριζοσπαστικό και σοβαρό αριστερό δρόμο που θα συσπείρωνε και πολίτες από την ευρύτερη Αριστερά και κεντροαριστερά. Θα επιδίωκε δε τη οικοδόμηση ενός προοδευτικού μπλοκ με κυβερνητική προοπτική, πρώτιστα με το ΠΑΣΟΚ.
Κατά τη γνώμη μου, ο δρόμος χωρίς επιστροφή για τον ΣΥΡΙΖΑ αρχίζει το 2019. Μετά την εκλογική ήττα, υιοθετήθηκε η πλήρης αποπολιτικοποίηση, με αποφυγή θεμάτων που θα μπορούσαν να έχουν πολιτικό κόστος (πρόσφυγες, φορολογία), οπορτουνισμό του τύπου «και με τον αστυφύλαξ και με τον χωροφύλαξ» (πανδημία), υιοθέτηση εθνικιστικών θέσεων (κριτική της κυβέρνησης «από τα δεξιά» – 12-μίλια, δεν υπάρχει τουρκική μειονότητα, κλπ.).
Τη θέση αριστερής κριτικής κατέλαβε μια τεχνητή πόλωση με δαιμονοποίηση του Μητσοτάκη.
Παράλληλα, το κόμμα μετατράπηκε σε απολύτως αρχηγικό, με αποκορύφωμα το συνέδριο του 2022, όπου πραξικοπηματικά επιβλήθηκε η εκλογή προέδρου από τη «βάση», και παγιοποιήθηκε ο ρόλος των οργάνων ως απλών χειροκροτητών του αρχηγού.
Η στρατηγική και τακτική του κόμματος συνοψίστηκε σε ένα σύνθημα: να φύγει ο Μητσοτάκης. Ο δε πρόεδρος έσυρε το κόμμα χωρίς αντίσταση στη φαντασίωση πως θα σχημάτιζε κυβέρνηση. Το ταμείο ήρθε βέβαια με τις εκλογές όπου όλο το οικοδόμημα κατέρρευσε με πάταγο.
Ο «ελέφαντας στο δωμάτιο» σ’ αυτή τη καταστροφική πορεία είναι βέβαια ο ίδιος ο Αλέξης Τσίπρας που την χάραξε και τη διηύθυνε, με το κύρος του στο κόμμα και τον αρχηγισμό. Όσο αλήθεια είναι πως ο Τσίπρας πιστώνεται την άνοδο του κόμματος στην εξουσία, μια καλή συνολικά διακυβέρνηση και ορισμένες σημαντικές κινήσεις (αντίσταση στους Σόιμπλε, ρεαλιστική στροφή, Πρέσπες), άλλο τόσο είναι φανερό ότι πρώτος αυτός χρεώνεται την κάθοδο στο 17 % και τα όσα ζούμε σήμερα.
Ο ισχυρισμός πως μετά από την εκλογική κατάρρευση ο Τσίπρας θα έπρεπε να παραμείνει αρχηγός και τον έριξαν κάποιοι κακοί ξεφεύγει από κάθε λογική.
Όμως τεράστιες ευθύνες φέρει και η ηγετική ομάδα, πρώτα και κύρια οι προεδρικοί σε όλες τις αποχρώσεις τους, που ψήφιζαν ή ανέχονταν όλα όσα έφερνε ο Τσίπρας. Ακόμη και η «Ομπρέλα» αντέδρασε ατροφικά, αποφεύγοντας κατά κανόνα τα μείζονα πολιτικά ζητήματα και με την έμμονη ιδέα πως ο εχθρός ήταν κάποια φαντασιακή σοσιαλδημοκρατία.
Έτσι φθάσαμε στην υποψηφιότητα και εκλογή Κασσελάκη. Πώς πραγματοποιήθηκε η άλωση του κόμματος;
Πρώτον βέβαια με την εκλογή από τη βάση, από τα «μέλη του δίευρου». Η αδιαμεσολάβητη σχέση αρχηγού-λαού, με περιθωριοποίηση των αντιπροσωπευτικών οργάνων, δεν είναι ανώτερη μορφή δημοκρατίας, αλλά η πεμπτουσία ενός επικίνδυνου λαϊκισμού.
Πρόκειται για μια διαδικασία που μαθηματικά ευνοεί την δημαγωγία σε βάρος της πολιτικής και όσους διαθέτουν πόρους. Αφήνω πως εν προκειμένω η «φωνή του λαού» περιλαμβάνει φωνές ασχέτων προς το κόμμα μας ή και οπαδών άλλων κομμάτων.
Δεύτερον, με την πρόταξη της εκλογής προέδρου αντί της διεξαγωγής προηγούμενα πραγματικού συνεδρίου. Η διαδικασία αυτή, που παραδόξως υπερψηφίστηκε από όσους βρέθηκαν αντίθετοι με τον Κασσελάκη, διασφαλίζει την εξαφάνιση των πολιτικών κριτηρίων στην εκλογή του προέδρου. Σε ένα συνέδριο, θα ξεσκεπαζόταν η γύμνια του σημερινού νικητή.
Τρίτον (ίσως το κυριότερο), με την πλατιά διάδοση κυρίως από τον μηχανισμό του Τσίπρα δύο φαντασιώσεων:
Ο Κασσελάκης μπορεί να μας ξαναφέρει γρήγορα στην κυβέρνηση.
Ψηφίζοντας Κασσελάκη, ψηφίζουμε Τσίπρα και καταδικάζουμε τους αντιπάλους του που συνωμοτούσαν εναντίον του και ευθύνονται για την εκλογική μας ήττα. Βρέθηκε έτσι ένας εύκολος τρόπος να ξεπεραστεί η απελπισία και η αμηχανία που γέννησε η απρόσμενη εκλογική κατάρρευση. Η σιωπή του Τσίπρα, που εμφανίστηκε δήθεν ως ουδετερότητα, υπήρξε κρίσιμη στη διάδοση αυτής της θέσης και στην έκβαση της αναμέτρησης.
Τέταρτον, με ένα άγνωστο επαγγελματικό επιτελείο που οργάνωσε έξοχα και χρηματοδότησε την καμπάνια του νικητή. Το ερώτημα ποιοι βρίσκονται πίσω από τον Κασσελάκη (πέραν από τον Τσίπρα και τους αυριανιστές του ΣΥΡΙΖΑ) είναι ανοικτό.
Πέμπτον, με την καταστροφική στάση των αντιπάλων του Κασσελάκη. Άργησαν να αντιληφθούν τον εισβολέα και όταν τον αντιλήφθηκαν, παγιδευμένοι σ’ αυτά που είχαν και οι ίδιοι εγκρίνει, ήταν αδύναμοι να αντιδράσουν αποτελεσματικά.
Αποτέλεσμα της προσωπολατρίας, στην οποία οι περισσότεροι είχαν συμβάλει ή πάντως την είχαν ανεχτεί, ήταν και η άσφαιρη απάντηση στην κατηγορία πως οι αντίπαλοι του Κασσελάκη υπονόμευαν τον Τσίπρα και γι’ αυτό χάσαμε. Ως «υπονόμευση» δε οι αυριανιστές χαρακτήριζαν τη διαφωνία σε επιλογές του Τσίπρα.
Αντί λοιπόν η απάντηση να είναι η αυτοκριτική πως δεν αντιταχθήκαμε αρκετά στις καταστροφικές επιλογές και τον αρχηγισμό που επέβαλε ο Αλέξης, διαβεβαίωναν πως, «προς θεού, δεν υπονομεύσαμε ποτέ τον πρόεδρο, αντίθετα του συμπαρασταθήκαμε σε όλα τα ζητήματα». Όταν πάλι ο Κασσελάκης, από ασχετοσύνη ονόμασε τα «Κατεχόμενα» της Κύπρου «κρατίδιο», οι αντίπαλοι επιδόθηκαν σε εθνικιστική κούρσα, με αποτέλεσμα ένα πιγκ-πογκ πλειοδοσίας για το ποιος είναι πιο πατριώτης.
Στο σημείο που βρισκόμαστε το κρίσιμο είναι τι κάνουμε από εδώ και μπρος. Όμως κάποια αυτοκριτική, πρώτα απ’ όλα -αλλά όχι μόνο- των πρώην προεδρικών, είναι νομίζω απαραίτητη για να πάμε παρακάτω, αποφεύγοντας τα ίδια λάθη.
Σκέψεις για τα επόμενα βήματα
Είναι προφανές πως η κατάσταση για τον ΣΥΡΙΖΑ είναι καταστροφική. Καλά σενάρια δεν υπάρχουν. Όμως, όσοι δεν θεωρούμε πως η Αριστερά έχει τελειώσει και δεν βλέπουμε στη χώρα μας άλλο φορέα που να αντιστοιχεί στη δική μας ιδέα για την Αριστερά, πρέπει να αναζητήσουμε τους τρόπους που ο χώρος μας θα ανακάμψει. Μερικές πρώτες διαπιστώσεις/σκέψεις:
Ο ΣΥΡΙΖΑ με πρόεδρο τον Κασσελάκη και την ομάδα του δεν μπορεί να μας εκπροσωπεί. Και με «μας» εννοώ όλους όσοι βρίσκονται σε αυτό το κόμμα με πολιτικό σκεπτικό που να σχετίζεται με την Αριστερά με την ευρεία έννοια, που έχουν μια στοιχειώδη σοβαρότητα και το πολιτικό ήθος και ύφος της Αριστεράς.
Είναι αδύνατον να υπερασπιζόμαστε τη γελοιότητα και ασχετοσύνη που εκπέμπει ο πρόεδρος και την αθλιότητα που εκπέμπει το περιβάλλον του.
Ο ΣΥΡΙΖΑ με ηγεσία τον Κασσελάκη και τον θίασο που τον περιβάλλει, δεν πρόκειται να νικήσει τη ΝΔ και τον Μητσοτάκη, λόγω ανικανότητας, γελοιότητας και τοξικότητας. Ούτε αριστερούς θα συσπειρώσει, ούτε κεντροαριστερούς ή κεντρώους.
Αλλά και στην απίθανη περίπτωση που μια κατάρρευση του Μητσοτάκη θα τον έφερνε στην εξουσία, η εξουσία αυτή καμία σχέση δεν θα είχε με Αριστερά. Θα επρόκειτο για μια λαϊκιστική φούσκα που θα έσκαγε σε λίγο καιρό, αφού θα διέλυε την Αριστερά και ας ελπίσουμε πριν προλάβει να καταστρέψει και τη χώρα.
Η εκλογική ήττα του Μαΐου ήταν στρατηγική και πρέπει να το συνειδητοποιήσουμε. Μαγικό κλειδί για την εξουσία δεν υπάρχει πια για τον ΣΥΡΙΖΑ, με ή χωρίς Κασσελάκη. Προϋπόθεση για να υπάρξει πάλι κυβερνητική προοπτική είναι να ορίσουμε με σαφήνεια, ποιοι είμαστε και τι επιδιώκουμε. Και αυτό θα απαιτήσει χρόνο. Το πιθανότερο είναι να χρειαστεί να περάσουμε από ακόμη χαμηλότερα ποσοστά.
«Κυβερνώσα Αριστερά» σημαίνει σοβαρότητα, πρόγραμμα ριζοσπαστικών αλλαγών και οικοδόμηση συμμαχιών, όχι εδώ και τώρα κυβέρνηση με οποιονδήποτε τρόπο. Όσοι, με το σύνθημα «κυβερνώσα Αριστερά», αναζητούν μαγικά κλειδιά αυταπατώνται ή μας κοροϊδεύουν.
Ο δρόμος για να υπάρξει μέλλον για την Αριστερά μας δεν είναι να αποφασίζουμε την κάθε κίνηση με μόνο κριτήριο τις δημοσκοπήσεις. Πρώτα και κύρια πρέπει να ξανααποκτήσουμε αξιοπιστία. Και αυτή δεν μπορεί να οικοδομηθεί παρά πάνω σε μια στέρεη ταυτότητα που ο κόσμος, και κατά πρώτο λόγο οι κοινωνικές δυνάμεις που μας ενδιαφέρουν, θα την βλέπει, θα την κατανοεί και θα την εμπιστεύεται.
Στοιχεία αυτής της ταυτότητας θα πρέπει νομίζω να είναι καθαρές θέσεις ως προς την ταξική μας τοποθέτηση (πρώτιστα υπέρ των εργαζομένων και των «από κάτω»), την οικονομική πολιτική (αναδιανεμητική φορολογία, μεταρρυθμίσεις που να υπερβαίνουν τη σημερινή οργάνωση της κοινωνίας, τολμηρή πράσινη ατζέντα με κοινωνικό πρόσημο), την Ευρώπη (ως αναπόσπαστο μέρος της, την επικρίνουμε και επιδιώκουμε να την αλλάξουμε), τα δικαιώματα (με έμφαση στους μετανάστες/πρόσφυγες και τον ρατσισμό), τον φεμινισμό, την εξωτερική πολιτική (αντίθεση στον εθνικισμό και στα περί «πατριωτικής» Αριστεράς, ιδιαίτερα στα ελληνοτουρκικά, ειρήνη στην Ουκρανία).
Οι καθαρές θέσεις σε μερικά από αυτά μπορεί να έχουν πρόσκαιρο πολιτικό κόστος, αλλά η αριστερή ταυτότητα μόνο πάνω σε τέτοια θεμέλια μπορεί να οικοδομηθεί.
Το πολιτικό μπλοκ που θα επιδιώξει τα παραπάνω πρέπει απαραιτήτως να περιλάβει όλες τις τάσεις, άτομα και ευαισθησίες στο κόμμα, που απορρίπτουν τον κασσελακισμό και τον πολακισμό. Θα είναι οπωσδήποτε πλουραλιστικό και συμπεριληπτικό. Θα ήταν μεγάλο λάθος η αντίθεση προς τον Κασσελάκη να παρουσιαστεί ως αντίθεση προς τη σοσιαλδημοκρατία.
Θα προσδίδαμε έτσι στον Κασσελάκη και τον αυριανισμό μια ταυτότητα που δεν έχουν και θα στενεύαμε το δικό μας εγχείρημα. Η αριστερή σοσιαλδημοκρατία «χωράει» σε όλα τα ταυτοτικά χαρακτηριστικά που περιγράφονται παραπάνω. Το ίδιο φυσικά και η «κινηματική» Αριστερά. Έχει σημασία να ορίσουμε σωστά ποιος είναι ο αντίπαλος.
Το κρίσιμο ερώτημα είναι βέβαια αν τα όσα προτείνονται μπορούν να επιτευχθούν μέσα στον ΣΥΡΙΖΑ όπως έχει διαμορφωθεί. Είναι νομίζω νωρίς για να απαντηθεί, αλλά ούτε και μπορεί να μείνει αναπάντητο επί μακρόν. Τρεις σκέψεις:
– Η αντίθεση με την σημερινή ηγεσία δεν είναι μια απλή εσωκομματική αντίθεση. Έχει ταυτοτικά και άρα υπαρξιακά χαρακτηριστικά. Η ενότητα δεν είναι πάνω από την Αριστερά.
– Ο ΣΥΡΙΖΑ με τις αξίες της Αριστεράς και τις ιστορικές του ρίζες είμαστε όλοι εμείς, όχι ο εισβολέας από το πουθενά και οι αυριανιστές. Οι θρασείες κουβέντες «αφού δεν συμφωνείτε, να φύγετε» δεν μας αγγίζουν. Αν κάποιος είναι στο λάθος κόμμα, αυτός είναι ο Κασσελάκης και όσοι τραμπουκίζουν.
– Ο χρόνος λειτουργεί υπέρ της νομιμοποίησης του νέου, ανώμαλου καθεστώτος. Το Συνέδριο, αλλά σε κάθε περίπτωση το τέλος του χρόνου είναι νομίζω ο πιο λογικός χρονικός ορίζοντας για να καταλήξουμε πώς θα κινηθούμε. Όμως η διαδρομή αυτή δεν θα πρέπει να αποτελέσει βήμα για την ενσωμάτωση στο νέο καθεστώς. Και θα πρέπει να εξετάσουμε συντονισμένα και σοβαρά όλα τα σενάρια. Από χθες.
Más historias